πρωτοπορία — Ο όρος αναφέρεται γενικά σε λογοτεχνικά και καλλιτεχνικά κινήματα που καινοτομούν τόσο στο περιεχόμενο, όσο και στη μορφή. Στον 19o αι. η π. (avant garde) είχε έννοια πολιτική και σήμαινε τα ρεύματα και τις ομάδες της Aριστεράς. Μόνο στις αρχές… … Dictionary of Greek
ντανταϊσμός ή νταντά — Πρωτοποριακό λογοτεχνικό και καλλιτεχνικό κίνημα που εμφανίστηκε ως ανταρσία εναντίον των πολιτιστικών και κοινωνικών συμβατικοτήτων και –λιγότερο ή περισσότερο κατηγορηματικά– εναντίον του πολέμου. Ο γαλλικός όρος dada παρμένος από την παιδική… … Dictionary of Greek
Αραγκόν, Λουί — (Louis Aragon, Παρίσι 1897 – Παρίσι 1982). Γάλλος ποιητής και μυθιστοριογράφος. Ολόκληρο το έργο του κυριαρχείται από τρεις δυνάμεις: την πολιτική στράτευση, την πατρίδα και τον έρωτα για τη γυναίκα του, την Έλσα Τριολέ, στην οποία, όπως λέει,… … Dictionary of Greek
Λόος, Άντολφ — (Adolf Loos, Μπρνο Μοραβίας 1870 – Βιέννη 1933). Αυστριακός αρχιτέκτονας. Αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές του, ταξίδεψε στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου παρέμεινε τρία χρόνια (1893 96) και επηρεάστηκε βαθιά από την πρωτότυπη αντίληψη του χώρου ορισμένων … Dictionary of Greek
Σουπό, Φιλίπ — (Soupault). Γάλλος συγγραφέας και δοκιμιογράφος (Σαβίλ, Παρίσι 1897). Αφού δημοσίευσε την πρώτη ποιητική συλλογή του Ενυδρείο (1917), ο Σ. ίδρυσε μαζί με τον Λουί Αραγκόν και τον Αντρέ Μπρετόν την επιθεώρηση Littétature (Λογοτεχνία) και πήρε… … Dictionary of Greek